H Εξαφάνιση του Δασκάλου, το Φαινόμενο του Πυγμαλίωνα και η Μοντεσσόρι

 


 H Εξαφάνιση του Δασκάλου

Η απόφαση να εξασκήσει κάποιος το επάγγελμα  προϋποθέτει τη συνεχή του αυτό-ακύρωση.

Και όμως, η διαπίστωση της περιοριζόμενης δύναμής του, με την παράλληλη εδραίωση της αυτοδυναμίας του μαθητή, προκαλεί δυσφορία.

Είναι ειρωνεία, αν σκεφτούμε ότι ένα κίνητρο για την επιλογή του επαγγέλματος αυτού ήταν η ανάγκη να βρισκόμαστε στο προσκήνιο και να είμαστε πάντα απαραίτητοι στον πιο αδύναμο.

Όμως, ακριβώς αυτή η δυσφορική αίσθηση της απομειούμενης δύναμής μας είναι η έμπρακτη απόδειξη της καλής διδασκαλίας. Αν μπορεί κάποιος να εμπιστεύεται τους μαθητές, μόνους με τα εφόδια και τη γνώση τους, τότε η διδασκαλία είναι μάλλον πετυχημένη.

Είναι όμως ανθρωπίνως δυνατό να συμβιβαστεί κανείς με την ίδια του την εξαφάνιση; Εξ ορισμού κάτι τέτοιο εναντιώνεται στην ανθρώπινη φύση μας.

Είναι πράγματι οδυνηρό, όμως και αναπόσπαστο στάδιο της διδασκαλίας. Για την αποπεράτωσή του, θα βοηθούσε ένα καλά οργανωμένο πλάνο διαχείρισης της εξαφάνισης. Οι μαθητές είναι πλέον αυτόνομοι- το καθήκον μας εκπληρώθηκε.

Όσο για εμάς, αγωνιούμε για το τι μέλλει γενέσθαι.

Το καλοκαίρι για τον δάσκαλο είναι μία περίοδος πένθους. Τότε εξισορροπούμε και ανανεώνουμε τη δέσμευση για την προετοιμασία περισσότερων, ανεξάρτητων μαθητών.

Έστω και αν η πικρία είναι έντονη, δεν πειράζει. Άλλωστε συνιστά τμήμα της διαδικασίας.

Η ρήξη της εξαρτητικής αλυσίδας είναι μία κορυφαία στιγμή απελευθέρωσης στην πρακτική της διδασκαλίας. Πρόκειται για μία άηχη ρήξη, αφού οι βαθιές αλλαγές είναι αθόρυβες και διακριτικές.

Η δημιουργία αυτοδύναμων μαθητών της ξένης γλώσσας με εμπιστοσύνη στη γνώση και τα μέσα που απέκτησαν επαληθεύει την ορθή πρακτική της διδασκαλίας, την κατάρτιση και την σωστή στάση του καθηγητή.

Εν ολίγοις, οι έννοιες της αυτονομίας του μαθητή και της εξαφάνισης του καθηγητή είναι αντιστρόφως ανάλογες.

Το Φαινόμενο του Πυγμαλίωνα

Το 1964, μία νεοδιορισμένη δασκάλα, η Beverly Contello, επρόκειτο εν αγνοία της να συμμετάσχει στο πλέον ευρέως αναφερόμενο πείραμα, το οποίο παγίωσε το γνωστό φαινόμενο του Rosenthal,- ή αλλιώς,- Φαινόμενο του Πυγμαλίωνα.

Ο τότε διευθυντής του δημοτικού σχολείου Spruce στο νότιο Σαν Φρανσίσκο ανακοίνωσε στο προσωπικό ότι ο επικεφαλής ψυχολόγος του πειράματος, ο Rosenthal, είχε την άδεια να διεξαγάγει στους μαθητές ένα υποτιθέμενο πείραμα, με την ονομασία «Το Rosenthal Τεστ του Harvard περί της Διακυμαινόμενης Μάθησης» (Rosenthals  Harvard Test of Inflected Acquisition).

Το τεστ δεν ήταν παρά ένα συμβατικό τεστ νοημοσύνης και τα αποτελέσματά του δεν ήταν παρά επίπλαστα.

Αυτή η ανακρίβεια ήταν πειστικά σκηνοθετημένη από τον Rosenthal προκειμένου να διαπιστωθεί η πραγματική επίδραση των προσδοκιών που αποτίθενται στους μαθητές.

Οι δάσκαλοι πληροφορήθηκαν ότι ένα 20% των μαθητών θα εξελίσσονταν σε «φαινόμενα διανοητικής ανάπτυξης» (intellectual bloomers).

Τα ονόματα των τυχαία επιλεγμένων μαθητών κοινοποιήθηκαν στο προσωπικό.

Έναν χρόνο μετά, ο Rosenthal έμελλε ν’ ανακαλύψει ότι αυτοί οι τυχαία επιλεγμένοι μαθητές ήταν και εκείνοι που πράγματι σημείωσαν πρόοδο στα μαθήματα (Ellison, 2015, δική μου μετάφραση).

Τα πορίσματα του πειράματος πυροδότησαν έντονη αντιπαράθεση, πρωτίστως στη βάση του συλλογισμού ότι με τόσους επιβαρυντικούς παράγοντες ήδη στο εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής, η κατονομασία των προσδοκιών του δασκάλου ως αιτίας αποτυχίας, θα φαινόταν ως κατάφωρη αδικία.

Η πληθώρα όμως επιβαρυντικών στοιχείων δεν θα αναιρούσε και τη συνδρομή και του Φαινομένου του Rosenthal.

H Le Cunff (2019), συμπεραίνει πως "το Φαινόμενο του Πυγμαλίωνα" παρατηρείται ακόμη και αν ο προσδοκών πασχίζει να το συγκαλύψει. Αυτό συμβαίνει καθώς, μεγάλο μέρος της επικοινωνίας μας πραγματοποιείται με  άρρητους τρόπους, όπως είναι η γλώσσα του σώματος και οι εκφράσεις του προσώπου» (δική μου μετάφραση).

Εν ολίγοις, στη διδασκαλία δεν υπάρχει χώρος για προσομοίωση συναισθημάτων.

Το πείραμα του σχολείου Spruce, πλέον υποχρεωτική ύλη στις σχολές της ψυχολογίας και της παιδαγωγικής, έχει έκτοτε εμπνεύσει ορδές εκπαιδευτικών. Συνετέλεσε στη δημιουργία του αντιδραστικού κύματος του 1970 και του 1980 ενάντια στην κατάταξη και την ομαδοποίηση των μαθητών βάσει ικανοτήτων (Ellison, 2015, δική μου μετάφραση). 


Η Μέθοδος Μοντεσσόρι

Δεκαετίες πριν παρουσιαστούν τα ριζοσπαστικά συμπεράσματα του Rosenthal, πριν από την άρθρωση και την πειραματική τεκμηρίωση της σημασίας του συναισθηματικού υπόβαθρου στις επιδόσεις, μία ευφυΐα του αιώνα της και των επερχόμενων γενιών, η Μαρία Μοντεσσόρι (1870-1952), είχε ήδη ιδρύσει μία ολοκληρωμένη εκπαιδευτική μέθοδο, ριζοβολημένη στην εμπιστοσύνη για τις δυνατότητες του παιδιού.

Η μέθοδος Μοντεσσόρι, υποστηρίζει ότι ο συνδυασμός  προετοιμασμένου περιβάλλοντος (prepared environment) και ελευθερίας  εξάσκησης των έμφυτων ικανοτήτων, συμβάλλει στην πρόοδο όλων των παιδιών.

Γεννημένη στην επαρχία Κιαραβάλλε της Ανκόνα, η Δρ. Μοντεσσόρι ήταν αρχικά, απόφοιτος ιατρικής στην Ιταλία.

Διορίστηκε στην ψυχιατρική κλινική του πανεπιστημίου της Ρώμης όπου παρακολουθούσε παιδιά με ψυχικές διαταραχές, τρέφοντας ζωηρό ενδιαφέρον για την εκπαίδευσή τους.

Διαμόρφωσε την πεποίθηση ότι με κατάλληλη θεραπευτική εκπαίδευση, η ψυχική και διανοητική κατάσταση των παιδιών μπορεί να βελτιωθεί (Phillips, 2010, δική μου μετάφραση).

Μέσα από την παρατήρηση, η Μοντεσσόρι συνειδητοποίησε ότι τα παιδιά δεν πεινούσαν για τροφή αλλά για πνευματικά ερεθίσματα […]

Συμπέρανε ότι συχνά η νοητική υστέρηση ήταν πρόβλημα παιδαγωγικής. Έτσι,

πειραματιζόμενη με διάφορα υλικά, διαμόρφωσε ένα περιβάλλον πλούσιο σε αισθητηριακά ερεθίσματα, σχεδίασε γράμματα, χάντρες, παζλ, που να είναι διαχειρίσιμα από τα παιδιά, καθώς και εργασίες […]

Ορισμένα από τα «προβληματικά» αυτά παιδιά, έπειτα από διετή εργασία με την  Μοντεσσόρι, μπορούσαν να διαβάζουν, να γράφουν και να περνούν τα επίσημα τεστ της δημόσιας εκπαίδευσης […].

Η Μαρία Μοντεσσόρι πίστευε ότι κάθε παιδί πρέπει να είναι ελεύθερο να ασχολείται με  τα ενδιαφέροντά του, ακολουθώντας τον προσωπικό του ρυθμό μέσα στο προετοιμασμένο περιβάλλον.

Η ευκαιρία της να ενσαρκώσει την εκπαιδευτική της φιλοσοφία εμφανίστηκε το 1906, και στις  6 Ιανουαρίου του 1907,  άνοιξε το Σπίτι των Παιδιών (Casa dei Bambini) […].

 Σήμερα, στις ΗΠΑ λειτουργούν περί τα 5. 000 σχολεία Μοντεσσόρι, ορισμένα συνεργαζόμενα με  τη  Διεθνή Μοντεσσοριανή Εταιρία (ΑΜΙ), και άλλα με την Αμερικανική Μοντεσσοριανή Εταιρία (Phillips, 2010, δική μου μετάφραση).

Στην Ελλάδα λειτουργούν σχολεία Μοντεσσόρι, τα περισσότερα με έδρα την Αθήνα.

Η Δρ. Μοντεσσόρι εδραίωσε την παιδαγωγική της θεωρία ξεκινώντας από το παιδί. Ο εκπαιδευτικός Μοντεσσόρι είναι συνεργάτης, παρατηρητής, εκπαιδευμένος αρωγός του παιδιού και σχεδιαστής των υλικών του προετοιμασμένου περιβάλλοντος.

Επιπλέον, εκτόπισε προνοητικά τον δάσκαλο, έχοντας ως άξονα την ενδελέχεια των έμφυτων δυνατοτήτων του παιδιού, έτσι ώστε ελάχιστα να εξαρτώνται από την όποια εξωτερική πηγή. Στην μέθοδο Μοντεσσόρι οι προσδοκίες ακυρώνονται εκ των προτέρων, καθώς το επίκεντρο είναι το παιδί και το περιβάλλον. 


Μαρία Μοντεσσόρι 



 


Comments

Popular posts from this blog

History and Meaning of Curtsy

The Union Jack

Idiom "Too many Cooks Spoil the Broth"